Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Οι τροφικές αλλεργίες και οι νευροψυχικές διαταραχές


Η τροφική δυσανεξία, η δυσαπορρόφηση των τροφών και η άμβλυνση των συμπτωμάτων μετά από νηστεία είναι τρεις βασικοί δείκτες για ασθενείς με τροφική αλλεργία. Οι ασθενείς αυτοί έχουν συνήθως χαμηλή ισταμίνη στο αίμα, γρήγορους παλμούς και διατροφική συμπεριφορά που μπορεί να εκφραστεί σαν ισχυρή προτίμηση σε συγκεκριμένες τροφές και έντονη αποφυγή άλλων. Οι ασθενείς συμπεριφέρονται σαν εξαρτημένοι σε σχέση με τις αγαπημένες τους τροφές (συνήθως ψωμί, ζυμαρικά, ζάχαρη, σοκολάτα, γάλα, καφές ή αλκοόλ), που συνήθως είναι αυτές ακριβώς που δημιουργούν την αντίδραση.
Μια σοβαρή ένδειξη για το ρόλο των τροφικών αλλεργιών στις νευροψυχικές διαταραχές προέρχεται από μια διπλή-τυφλή έρευνα, ελεγχόμενη με ψευδοφάρμακο (placebo) από τον Δρ. Egger και την ομάδα του, που μελέτησε εβδομήντα έξι υπερκινητικά παιδιά αναζητώντας εάν η διατροφή μπορεί να συμβάλει σε διαταραχές συμπεριφοράς. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 79% των παιδιών της έρευνας αντέδρασαν αρνητικά στις τεχνητές χρωστικές ουσίες και τα συντηρητικά τροφίμων, σημειώνοντας έντονη επιδείνωση της συμπεριφοράς τους. Ωστόσο, κανένα παιδί δεν αντέδρασε σε αυτές και μόνο. Στην πραγματικότητα, σαράντα οκτώ διαφορετικά τρόφιμα βρέθηκαν να παράγουν συμπτώματα μεταξύ των παιδιών που μελετήθηκαν. Έτσι, το 64% των παιδιών αντέδρασε στο αγελαδινό γάλα, το 59% στη σοκολάτα, το 49% στο σιτάρι, το 45% στα πορτοκάλια, το 39% στα αυγά, το 32% στα φιστίκια και το 16% στη ζάχαρη. Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν ήταν μόνο η συμπεριφορά των παιδιών η οποία βελτιώθηκε μετά τις ατομικές διαιτητικές τροποποιήσεις. Τα περισσότερα από τα σχετικά συμπτώματα επίσης βελτιώθηκαν σημαντικά, όπως οι πονοκέφαλοι, οι σπασμοί, η κοιλιακή δυσφορία, η χρόνια ρινίτιδα, οι πόνοι στα άκρα, τα δερματικά εξανθήματα και τα στοματικά έλκη.
Μια από τις πρώτες παρατηρήσεις της σχέσης μεταξύ των δημητριακών και της σχιζοφρένειας αναφέρθηκε από τη Δρ. Lauretta Bender το 1953, όταν σημείωσε ότι σχιζοφρενικά παιδιά ήταν πολύ πιθανό να υποφέρουν επίσης και από κοιλιοκάκη (δυσανεξία στη γλουτένη). Μέχρι το 1966 είχε καταγράψει είκοσι τέτοιες περιπτώσεις μεταξύ δύο χιλιάδων σχιζοφρενικών παιδιών. Το 1961, δημοσιευμένα στοιχεία από τους Graff και Handford δήλωναν ότι κατά τη διάρκεια ενός έτους, από τους τριάντα επτά ενήλικες άντρες εισηγμένους για σχιζοφρένεια στο Ινστιτούτο του Νοσοκομείου της Πενσυλβάνια, οι τέσσερις είχαν ιστορικό κοιλιοκάκης στην παιδική ηλικία. Αυτές οι πρόωρες παρατηρήσεις κίνησαν το ενδιαφέρον του Δρ. Dohan του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Πενσυλβάνια, ο οποίος θεώρησε ότι η σχιζοφρένεια συμβαίνει πολύ πιο συχνά από το μέσο όρο σε παιδιά και ενήλικες που πάσχουν από κοιλιοκάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου